Greek test 2 2
Terms
undefined, object
copy deck
- ανοίγω
- to turn on
- άϒε me
- leave me alone
- βγαίνω
- to go out (sortir)
- γÏάφω
- to write
- διαβάζω
- to read/study
- εξαÏτάται
- it depends
- θυμίζω
- to remind
- καθαÏίζω
- to clean
- κλειδώνω
- to lock
- μπαίνω
- to come
- ξαναμπαίνω
- to enter again
- πεÏιμÎνω
- to wait/ to expect
- σκουπίζω
- to sweep
- Ï„ÏÎχω
- to run
- φÏγω
- to leave
- χάνω
- to lose
- ο αγώνας
- contest
- η αγωνία
- suspense/ agony/ anxiety
- η απάντηση
- answer/ response
- η απόσταση
- distance
- το βάζο
- vase
- το βιβλίο
- book
- η βιβλιοθήκη
- bookshelf
- το βίντεο
- video
- η Γαλλία
- France
- το γκολ
- goal (in soccer, ie)
- το γÏαφείο
- office/ desk
- το διάβασμα
- homework
- η δισκÎτα
- diskette
- ο δίσκος
- disk
- η δουλειά
- work, labor
- το δωμάτιο
- room
- η εξώποÏτα
- front door, street door
- το Îπιπλο
- piece of furniture
- το ÎÏγο
- show
- το ηλεκτÏικό
- electricity
- το ισόγειο
- ground floor
- η ιστοÏία
- history
- η κάμαρα
- room
- το κανάλι
- channel
- ο καναπÎÏ‚
- sofa
- η καρέκλα
- chair
- η κασÎτα
- cassette
- η κίνηϒη
- motion, activity, traffic
- το κλειδί
- key
- το κÏεβάτι
- bed
- η κÏεβατοκάμαÏα
- bedroom
- το κασετόφωνο
- cassette player
- το κομπιοÏτεÏ
- computer
- η κουζίνα
- kitchen
- η λάμϬα
- lamp
- το λεπτό
- minute
- η μαμά
- mommy
- το ματς
- game, match
- το μÎÏ„Ïο
- meter, measure
- το μίλι
- mile
- η μϬάλα
- ball
- το μπαλκόνι
- balcony
- ο μπαμπάς
- daddy
- το μπάνιο
- bathroom
- το μπάσκετ
- basketball
- τα νÎα
- news
- το νεÏÏŒ
- water
- το νÎφο
- smog
- η νίκη
- victory
- η ομάδα
- team
- η Ου'ασογκτον
- Washington
- το παιχνίδι
- game, match/ toy
- ο πανικός
- panic
- το παÏάθυÏο
- window
- το πάτωμα
- floor
- το ποδόσφαιÏο
- soccer
- η πολυθÏόνα
- armchair
- το πουλί
- bird
- το Ï€Ïοβλημα
- problem
- το Ï€ÏόγÏαμμα
- program
- η Ï€ÏωτεÏουσα
- capital city
- το Ï€Ïωί
- morning
- το Ïαδιόφωνο
- radio
- η Πώμη
- Rome
- το σαλόνι
- living room
- το σίÏιαλ
- series
- η ϒκάλα
- ladder/ stair
- η ταινία
- movie
- το ταξίμετÏο
- taximeter
- ο ταξιτζής
- taxi driver
- το τηλεκοντÏόλ
- remote control
- η τηλεόÏαση
- TV
- το τηλÎφωνο
- television
- η τουαλÎτα
- toilet
- το Ï„ÏαγοÏδι
- song
- η Ï„ÏαπεζαÏία
- dining room
- το Ï„ÏαπÎζι
- table
- ο υπάλληλος
- employee
- το υπόγειο
- cellar, basement
- το χάος
- chaos, confusion
- το χιλιόμετÏο
- kilometer
- το χολ
- hallway, lobby
- το ψυγείο
- refrigerator
- η ÏŽÏα
- hour
- με
- but
- μετά
- after
- αυτά
- they (n)
- αυτÎÏ‚
- they (f)
- αυτή
- it, she (f)
- αυτό
- it (n)
- αυτός
- it, he (m)
- εγώ
- I
- εμείς
- We
- εσείς
- y'all
- εϒύ
- you
- κάθε
- each, every
- ϒε
- you
- σου
- your
- άλλος
- other, another, different
- αμεÏικάνικος
- american
- ζεστός
- hot, warm
- ζωντανός
- lively, alive
- ηλεκτÏικός
- electric
- μεγάλος
- large
- όμαÏφος
- beautiful
- φοβεÏός
- terrible
- Îξω
- out/ outside
- μέϒα
- inside
- μόνο
- only
- Ϭάλι
- again
- πεÏίπου
- about, more or less
- Ï„ÏŽÏα
- now
- ή
- or
- αλλά
- but
- Ï„ÏŽÏ‚
- how